Προδρόμου Δημήτρης,
Εκπαιδευτικός – Σύμβουλος, MSc.
Πηγή εικόνας: Healthline.com
Η εφηβεία είναι ένα προ-στάδιο της ενήλικης ζωής. Χρονολογικά εκτείνεται μεταξύ του 12ου και 19ου έτους του ανθρώπου, δίχως να είναι καθοριστικό πως στον κάθε άνθρωπο συμβαίνει την ίδια στιγμή. Η εφηβεία αρχίζει στον κάθε άνθρωπο όταν έχει ωριμάσει βιολογικά και η σεξουαλική αναπαραγωγή καθίσταται μια φυσική ικανότητα ενώ ταυτόχρονα τόσο τα αγόρια, όσο και τα κορίτσια έχουν αναπτυχθεί σωματικά. Κατά τη διάρκεια της εφηβείας τα άτομα αναπτύσσονται και πνευματικά και ψυχολογικά. Οι αλλαγές που βιώνουν στο σώμα τους και γενικότερα στον εαυτό τους τούς οδηγεί σε ανασφάλεια, σε εσωτερικές διαμάχες και διαρκείς «πολέμους» τόσο με τον εαυτό τους, όσο και με το περιβάλλον τους, τους γονείς, τους φίλους και τους «σημαντικούς άλλους».
Το βασικό ερώτημα που καλούνται οι νέοι να απαντήσουν στα εφηβικά τους χρόνια είναι το «ποιος είμαι;» και πάνω σε αυτό να χτίσουν τον χαρακτήρα τους, την αυτοεικόνα τους, τις επιλογές τους, τη συμπεριφορά τους και τις σχέσεις τους με τον εαυτό τους και τους άλλους. Η διαδικασία αυτή διακρίνεται σε τρεις φάσεις:
Η σχέση των εφήβων με τους γονείς τους είναι μια σχέση που διέπεται από αμοιβαία αγάπη και ο μύθος του «χάσματος γενεών» μεταξύ τους πια μοιάζει να καταρρίπτεται. Ο Feldman υποστηρίζει πως δεν υπάρχει το χάσμα μεταξύ των δύο γενεών (γονιών και παιδιών), ούτε ενδείξεις που εντείνουν τα οικογενειακά προβλήματα κατά τη διάρκεια της εφηβείας. Οι συγκρούσεις, υποστηρίζει, πως πηγάζουν από την επιχειρηματολογία του εφήβου για θέματα που θεωρεί «προσωπικές επιλογές» και την απόλυτη στάση των γονέων απέναντι σε αυτές. Η επαναστατικότητα που υιοθετεί ο νέος είναι ο τρόπος για να αποκτήσει την ανεξαρτησία του.
Ιδιαίτερα σημαντική θέση έχουν στη ζωή του εφήβου οι φίλοι του ή οι συμμαθητές του. Μέσω αυτών ο έφηβος αισθάνεται την αποδοχή ή την απόρριψη, επιβεβαιώνεται και γνωρίζει τον εαυτό του συγκριτικά με τους άλλους. Ο «άλλος» λειτουργεί σαν το σημείο αναφοράς για τον έφηβο ώστε να καταλάβει ποιες συμπεριφορές είναι αποδεκτές και ποιες λιγότερο αποδεκτές ώστε να διαμορφώσει τον χαρακτήρα του. Επίσης, μέσω των συνομηλίκων του παρέχεται η «κοινωνική σύγκριση», δηλαδή μια διαδικασία ακούσιας ή εκούσιας σύγκρισης μεταξύ τους σε επίπεδο αντιλήψεων, δεξιοτήτων και σωματικών μεταβολών. Με αυτήν την διαδικασία οι έφηβοι επιδιώκουν να ικανοποιήσουν την ανάγκη του «ἀνήκειν» σε μια κλίκα ή σε ένα πλήθος. Η κλίκα - παρέα δημιουργείται μεταξύ λίγων ατόμων που αλληλεπιδρούν μεταξύ τους, αντίθετα, στο πλήθος φαίνεται πως εκλείπει η αλληλεπίδραση.
Πολλά προβλήματα των εφήβων ξεκινούν από την σχέση που αναπτύσσουν με την οικογένεια τους ή από την αλληλεπίδρασή τους με τους άλλους και το περιβάλλον τους. Βάσει των παραπάνω κρίνεται αναγκαία η παροχή υποστήριξης σχετικής με τις ψυχοκοινωνικές ανάγκες του εφήβου εντός του σχολικού περιβάλλοντος – και να μην δίνεται έμφαση μόνο στις γνωστικές ανάγκες. Οι ίδιοι οι έφηβοι που βιώνουν ψυχικά προβλήματα, συνήθως δεν έχουν πρόσβαση σε υποστηρικτικά προγράμματα. Στη συνέχεια θα αναφερθούν συνοπτικά ορισμένα ζητήματα που απασχολούν τόσο τους μαθητές που τα βιώνουν, όσο και τους εκπαιδευτικούς ως κοινωνούς αυτών των προβλημάτων. Τέτοια προβλήματα μπορεί να είναι εγγενή, ψυχοσυναισθηματικά ή και κοινωνικά και να εκδηλώνονται εντός και εκτός της σχολικής τάξης με ποικίλους τρόπους.
Βάσει αυτού του ζητήματος, οι μαθητές χωρίζονται τυπικά σε δύο κατηγορίες: α) στους αποφασισμένους και β) στους αναποφάσιστους. Οι δεύτεροι, παρόλα αυτά, μπορούν να χωριστούν και σε υποκατηγορίες και δεν θα πρέπει να αντιμετωπιστούν ως μια ομάδα διότι χαρακτηρίζονται από διαφορετικούς παράγοντες που τους επηρεάζουν αναφορικά με την επιλογή καριέρας. Ανάλογα, λοιπόν, με τα χαρακτηριστικά που έχουν οι μαθητές, τους παρέχονται υπηρεσίες Συμβουλευτικής και επαγγελματικού προσαντολισμού. Σε όλες τις παραπάνω κατηγορίες μαθητών οι γονείς έχουν σημαντικό ρόλο. Στην χώρα μας παρατηρείται συχνά οι γονείς να επιβάλλονται και να κατευθύνουν τα παιδιά σε επαγγέλματα που οι ίδιοι επιθυμούν και αυτό να επιφέρει εντάσεις στις σχέσεις τους με το παιδί και σε «λάθος επιλογές».
Οι «παραβάτες» έφηβοι μπορούν να διαχωριστούν στους υπο-κοινωνικοποιημένους και στους κοινωνικοποιημένους. Οι πρώτοι έχουν ανατραφεί δίχως ορισμένους βασικούς κανόνες πειθαρχίας ή βίωσαν έντονη γονεϊκή επίβλεψη κατά την παιδική τους ηλικία και αυτό τους στιγματίζει έως και την ενήλικη ζωή. Η ελλιπείς γνώσεις των γονέων για την αγωγή του παιδιού τους, οι διαρκείς διαφωνίες τους ή η έλλειψη ενδιαφέροντος οδηγεί το παιδί στην υιοθέτηση αντικοινωνικής συμπεριφοράς. Η δεύτερη κατηγορία περιγράφει εφήβους που ενώ γνωρίζουν τους κανόνες και τους αποδέχονται, διαπράττουν παραβάσεις – δίχως αυτός να είναι ο τρόπος ζωής τους.
Ο θάνατος, ειδικότερα, γίνεται αντιληπτός από τα παιδιά και κυρίως από τους εφήβους. Οι έφηβοι αντιλαμβάνονται την θνησιμότητα του ανθρώπου και έχουν την δυνατότητα να αποδώσουν συμβολική διάσταση στον θάνατο ανάλογα με την ψυχική και πνευματική τους ωρίμανση. Το πένθος για τον θάνατο που βιώνει το παιδί χωρίζεται σε τέσσερα στάδια με χρονική σειρά: άρνηση, θυμός, θλίψη και αποδοχή.
Το διαζύγιο μεταξύ των γονέων ενός παιδιού αποτελεί ένα τραυματικό γεγονός για το ίδιο το παιδί και τους γονείς του. Έχει ταξινομηθεί ως το δεύτερο κατά σειρά γεγονός που προκαλεί άγχος στην κλίμακα των Holmes και Rahe (Κλίμακα Κοινωνικής Αναπροσαρμογής). Ακόμα και όταν το διαζύγιο αποτελεί την μόνη λύση, είναι ένα «σπάσιμο» της παραδοσιακής πυρηνικής ελληνικής οικογένειας και αυτό ερμηνεύεται από τα παιδιά ως έλλειψη ενδιαφέροντος από τους γονείς τους. Οι έφηβοι συχνά δεν εκφράζουν τις σκέψεις και τα συναισθήματά τους για αυτό το συμβάν και επιδιώκουν να βρουν σταθερότητα σε άλλες σχέσεις, κυρίως φιλικές, ή να αμφισβητήσουν και αναθεωρήσουν κάθε συναισθηματικό και κοινωνικό τους δεσμό. Το διαζύγιο είναι συνήθως το αποτέλεσμα μια χρόνιας κατάστασης εντάσεων μέσα στο οικογενειακό πλαίσιο προκαλώντας συναισθηματικό και ψυχολογικό αντίκτυπο στα παιδιά που θα τα στιγματίσει στην ενήλικη ζωή τους.
Τα παιδιά που θυματοποιούνται βιώνουν τις επιπτώσεις τόσο βραχυπρόθεσμα, όσο και μακροπρόθεσμα. Τα ίδια αποκτούν διαταραχές εσωτερίκευσης και εξωτερίκευσης, δυσκολίες προσαρμογής, χαμηλή αυτοπεποίθηση, ψυχοσωματικές ενοχλήσεις, κατάθλιψη και μπορεί να οδηγηθούν σε απόπειρες αυτοκτονίας ή αυτοκαταστροφής στην εφηβική και ενήλικη ζωή.
Από τις παραπάνω αναφορές απουσιάζουν διάφορα προβλήματα υγείας, που συχνά επηρεάζουν τη συμπεριφορά των εφήβων, ή φοβίες, οι οποίες προκύπτουν από κρίσεις μεγάλης ή μικρής κλίμακας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η πανδημία του κορωνοϊού που καλλιέργησε σε πολλούς μαθητές φοβίες σχετικά με τα μικρόβια, τον θάνατο, τον συγχρωτισμό και άλλες περιστάσεις της ζωής.
Όλα τα προβλήματα που «στοιχειώνουν» την εφηβική ζωή είναι απαραίτητο να επιλύνονται με τη συνδρομή των γονέων, των εκπαιδευτικών και των ειδικών ψυχικής υγείας για να καταφέρουν οι έφηβοι να μεταβούν ομαλά στην ενηλικίωση.
Συγγραφέας: Γεωργία Λεμπέση
Η Κοινωνική Ανάπτυξη κατά την Εφηβική Ηλικί
Τα πρότυπα συμπεριφοράς που παρουσιάζει σήμερα η κοινωνία είναι πολλά και η επίδραση που ασκεί το ευρύτερο κοινωνικό σύνολο στους νέους είναι έντονη. Η εισβολή των μέσων μαζικής ενημέρωσης εξαιτίας της σημαντικής ανάπτυξης της τεχνολογίας, η ηθική, η παιδεία, η παράδοση και οι θεσμοί, όπως αυτός του γάμου και της οικογένειας δημιουργεί σύγχυση σκοπών, κλονισμό των πνευματικών και ηθικών αξιών και οι αρχές και οι αντιλήψεις όχι μόνο δεν είναι σταθερές, αλλά και ρευστές. Έτσι, o νέος προσπαθεί συνέχεια να προφυλάσσει τον εαυτό του από οτιδήποτε του δημιουργεί ανασφάλεια, γι’ αυτόν τον λόγο απομονώνεται. Σε αυτό το σημείο εντοπίζεται η σύγχυση, οι εκτροπές και η νευρικότητα ενός μεγάλου αριθμού εφήβων στις μέρες μας, οι οποίοι προσπαθούν να ισορροπήσουν ανάμεσα στον εαυτό τους, τη προβαλλόμενη ψυχαγωγία και τους αγχώδεις ρυθμούς της σύγχρονης ζωής.
Παρόλες τις δυσχέρειες και τους κινδύνους οι νέοι δεν είναι χειρότεροι από τους νέους άλλων εποχών. Σε αρκετά σημεία μάλιστα είναι καλύτεροι ή μπορεί να γίνουν καλύτεροι. Αν κάθε ενήλικας επιτελέσει το καθήκον του ως δίκαιος γονέας, φιλεύσπλαχνος δάσκαλος κι ενεργός πολίτης είναι αδύνατο η νεολαία να μην παραδειγματιστεί και να βελτιωθεί. Είναι απαραίτητο λοιπόν, να μη λησμονηθεί η σημασία των προτύπων συμπεριφοράς γύρω από τον έφηβο, που θα διαδραματίσουν άλλωστε το σημαντικότερο ρόλο στη διαμόρφωση της κοινωνικής αγωγής και στην κοινωνική του ανάπτυξη.
Το κορίτσι και το αγόρι που διανύει την εφηβική ηλικία πλέον κοινωνικοποιείται διαφορετικά και συμμετέχει στη διαμόρφωση του πολιτισμού με διαφορετικό τρόπο απ’ ό, τι στο παρελθόν. Τόσο όλες οι αλλαγές που παρατηρούνται στο παιδί και τον έφηβο σε όλη την αναπτυξιακή του πορεία, όσο και οι αλλαγές που συμβαίνουν στη κοινωνική και πολιτιστική πραγματικότητα, καθορίζουν τη στάση και τις αντιλήψεις του. Ένας έφηβος παλεύει με τον ίδιο του τον εαυτό και η συχνότητα των εντάσεων και των συγκρούσεων, ταυτόχρονα με την ανάγκη του για απομόνωση τον καθιστούν όχι απλώς διαφορετικό, αλλά ιδιαίτερα ξεχωριστό από τους ενήλικες του κοντινού και όχι μόνο περιβάλλοντός του.
Η εφηβεία είναι μια περίοδος κατά τη διάρκεια της οποίας οι έφηβοι εκτίθενται σε ποικιλία εσωτερικών και εξωτερικών πιέσεων οι οποίες, μολονότι σπάνια παίρνουν τη μορφή κάποιας σωματικής ασθένειας, εκδηλώνονται συχνά με ψυχοσωματικά συμπτώματα. Η καλή κατάσταση της υγείας και της λειτουργίας των εφήβων δεν προκύπτει μόνον από την απουσία ασθενειών ή ψυχοσωματικών συμπτωμάτων αλλά προϋποθέτει και την παρουσία παραγόντων που ενισχύουν την ευεξία.5Αγόρια και κορίτσια διαφέρουν ως προς τις ψυχοκοινωνικές δυσκολίες που αντιμετωπίζουν και ως προς τον τρόπο με τον οποίο εκδηλώνεται η αντίδρασή τους σε αυτές.
Οι θετικές σχέσεις με τους γονείς και η οικογενειακή συνοχή επηρεάζουν την εκδήλωση των συναισθηματικών και συμπεριφορικών προβλημάτων,7 ενώ οι συγκρούσεις στον οικογενειακό κύκλο και το άγχος που δηλώνουν τα μέλη συνδέονται με την ύπαρξη δυσκολιών στο συναίσθημα και στη συμπεριφορά.8 Η ενεργός γονική ανάμειξη στην ανάπτυξη των παιδιών έχει συνδεθεί θετικά με την ψυχολογική ευεξία και την ψυχοκοινωνική προσαρμογή των τελευταίων.
Τα κορίτσια σε σύγκριση με τα αγόρια έχουν γενικά την τάση να εσωστρέφουν τις ανησυχίες, τις δυσκολίες ή τον θυμό τους με αποτέλεσμα να εμφανίζουν υψηλότερα επίπεδα καταθλιπτικών συμπτωμάτων, ενώ αντίθετα τα αγόρια έχουν την τάση να εξωστρέφουν τις αντιδράσεις τους εκδηλώνοντας συχνότερα επιθετικές ή παραβατικού τύπου συμπεριφορές ( όπως βία, χρήση ναρκωτικών). Εκτός των παραδοσιακών δεικτών νοσηρότητας και θνησιμότητας για την εφηβική ηλικία, η χρήση αυτοαναφορών για την αξιολόγηση της ατομικής υγείας έχει καθιερωθεί πλέον στην έρευνα ως ένα αξιόπιστο εργαλείο για την εκτίμηση του επιπέδου υγείας των εφήβων. Στο πλαίσιο αυτό, ως δείκτες ψυχοκοινωνικής υγείας και ευεξίας χρησιμοποιούνται συχνά η αντίληψη που οι έφηβοι έχουν για την υγεία τους και το επίπεδο ικανοποίησης που αντλούν από τη ζωή. Τόσο η αντίληψη για την υγεία όσο και η ικανοποίηση από τη ζωή συνδέονται σε μεγάλο βαθμό με τη σχολική εμπειρία, τις διαπροσωπικές σχέσεις, και με το κλίμα στην οικογένεια - κυρίως με την ποιότητα της επικοινωνίας του εφήβου με τους γονείς του.
Τα παιδιά αναπτύσσονται, καλλιεργούνται και ωριμάζουν συναισθηματικά, ηθικά και κοινωνικά με τη διαδικασία της κοινωνικοποίησης που θεωρείται διαδικασία αλληλενέργειας με τον κοινωνικό τους περίγυρο. Τα αγόρια και τα κορίτσια στην εφηβική ηλικία βιώνουν συναισθηματική αναταραχή, απώλεια προσανατολισμού και διαφοροποίηση συναισθημάτων. Είναι ασταθή στις πράξεις και στις αποφάσεις τους και γενικότερα επικρατεί ακαταστασία στο μυαλό, στη καρδιά, στις επιθυμίες και στους στόχους τους. Οι έφηβοι βιώνοντας την πλουσιότερη συγκινησιακά περίοδο της ζωής τους, προσπαθούν να απομακρύνουν τους έντονους προβληματισμούς που έχουν και να σταθμίσουν την ένταση και την αστάθεια της ψυχικής τους διάθεσης.13 Όσον αφορά στη σχέση τους με τους άλλους, οι έφηβοι επιθυμούν να συμμετέχουν και να συμμορφώνονται με τους κανόνες της ομάδας των συνομηλίκων, ενώ ταυτόχρονα αισθάνονται την ανάγκη ανεξαρτητοποίησης από τους ενηλίκους. Η διαδικασία κοινωνικοποίησης του ατόμου και γενικότερα η όλη διαδικασία που οδηγεί τον άνθρωπο στην ώριμη ηλικία είναι μακρόχρονη και εξαρτάται από ποικίλους παράγοντες. Οι βιολογικοί, οι ψυχολογικοί και οι σωματικοί παράγοντες σε συνδυασμό με τις συνθήκες του περιβάλλοντος είναι καθοριστικοί για τον βαθμό και το επίπεδο της κοινωνικής ωριμότητας που θα φτάσει το άτομο. Βιώνει αυτή τη διαδικασία, για να μπορέσει σταδιακά να μάθει τον τρόπο και τους κανόνες που διέπουν τη ζωή της ομάδας και εξοικειώνεται με τη νοοτροπία πρώτα της οικογένειας, έπειτα του σχολείου, αλλά και άλλων λιγότερο οικείων κοινωνικών συστημάτων. Έτσι, αναπτύσσεται βαθμιαία το πνεύμα του « εμείς » και της συνεργασίας, ώστε να λειτουργεί μέσα στο πλαίσιο της ομάδας και να συντελεί στην επίτευξη των στόχων της χωρίς να εμποδίζεται να εκφράσει την ιδιοτυπία του. Γεννιέται μάλιστα η τάση για αυτονομία, η οποία τις περισσότερες φορές εκδηλώνεται με προστριβές και διενέξεις με τους γονείς του. Αυτό οφείλεται στην έντονη επιθυμία του να αποκτήσει μόνος τη δική του παρέα και να ακολουθεί τους κανόνες ανεξάρτητα από τις επιδράσεις των άλλων ανθρώπων και από τις εξωτερικές συνθήκες. Έτσι, τόσο το αγόρι όσο και το κορίτσι στην εφηβική ηλικία διαμορφώνει και δομεί τη ζωή του με τον δικό του τρόπο, διαμορφώνει πεποιθήσεις, αξιολογεί καταστάσεις και ενεργεί με συγκεκριμένο τρόπο και με κριτήρια που δεν του τα επιβάλλουν αυθεντίες.
Βέβαια ο ρόλος της οικογένειας είναι καθοριστικής σημασίας για την ανάπτυξη στενών φιλικών δεσμών. Οι έφηβοι που έχουν καλές σχέσεις και υγιή επικοινωνία στην οικογένειά τους και λαμβάνουν ικανοποιητική συναισθηματική στήριξη από τους γονείς τους, φαίνεται να αναπτύσσουν μακροχρόνια πιο στενές φιλικές σχέσεις. Επίσης, η καλή ποιότητα των φιλικών σχέσεων των εφήβων φαίνεται να συνδέεται με τον εγκρατή έλεγχο των γονιών για τις δραστηριότητές τους. Μελέτες έχουν επισημάνει ότι η επαρκής γνώση των γονιών για τις δραστηριότητες των παιδιών σχετικά με τους φίλους, το σχολείο και τον ελεύθερο χρόνο αποτελούν σημαντικό προστατευτικό παράγοντα για την εμπλοκή τους σε συμπεριφορές υψηλού κινδύνου. Ωστόσο, όσο μεγαλώνουν οι έφηβοι τείνουν να αντιδρούν όλο και πιο αρνητικά στις προσπάθειες των γονιών τους για έλεγχο και οριοθέτηση, κάτι που εντάσσεται στο ευρύτερο πλαίσιο της αυτονόμησής τους από την οικογένεια.
Η προσωπική αυτονομία του εφήβου συνδέεται με την ελεύθερη βούληση, την αυτοδιάθεση και την ιεράρχηση των βουλήσεων. Είναι αυτόνομος και ενεργεί με βάση ένα αξιολογικό σύστημα το οποίο δεν προέρχεται από ορισμένη εξουσία, αλλά είναι θεμελιωμένο στη δική του ελεύθερη επιλογή. Αυτό σημαίνει ότι τα κριτήρια της αυτό - αξιολόγησης βρίσκονται στο ίδιο το αυτόνομο πρόσωπο. Η αυτονομία του εφήβου δε θα τον οδηγήσει υποχρεωτικά στην απομόνωση ούτε στην μοναξιά. Οι έφηβοι ζουν σε μια κοινωνία που διέπεται από κοινωνικούς κανόνες και κοινές αρχές, με βάση τους οποίους θα μπορέσουν να θεμελιώσουν την αυτο – αξιολόγησή τους. Επειδή υπάρχει αυτή η κοινωνική εξάρτηση, το αξιολογικό σύστημα προσδιορίζεται σε μεγάλο βαθμό από το αξιολογικό σύστημα της κοινότητάς τους.
Η προσωπική αυτονομία είναι ένα ιδανικό προς το οποίο αποβλέπει το άτομο. Αποτελεί έναν στόχο, ο οποίος επιτυγχάνεται προοδευτικά με συνεχή και ιδιαίτερη καταβολή προσπάθειας στην οποία συμμετέχει όλο του το Εγώ. Δεν είναι δυνατό βέβαια να την επιτύχει σε απόλυτο βαθμό και αυτό αποδεικνύεται από κάποια αντικειμενικά και προφανή γεγονότα της ζωής. Είναι γεγονός ότι κάθε άνθρωπος κινείται και ενεργεί μέσα σε ένα ορισμένο πλαίσιο, που προσδιορίζεται από το παρελθόν του και το περιβάλλον στο οποίο ζει, τα οποία βέβαια δεν είναι δικής του επιλογής.
Για να χαρακτηριστεί ένα άτομο αυτόνομο, είναι απαραίτητο τα κριτήρια που έχει κάνει αποδεκτά και με βάση τα οποία διαμορφώνει τις πεποιθήσεις, κάνει κρίσεις ή παίρνει αποφάσεις, να τα υποβάλλει συνεχώς σε έλεγχο και επανεξέταση για να διαπιστωθεί η εγκυρότητά τους. Αν όμως στη πορεία - ενώ έχει αποφασίσει μια σειρά πράξεων - από ατολμία δεν ενεργεί, δεν μπορεί να χαρακτηριστεί πια ως αυτόνομο.22
Οι κοινωνιολόγοι υποστηρίζουν ότι οι δυτικές κοινωνίες ορίζουν στα άτομα αντιφατικές κοινωνικές απαιτήσεις και οι ανθρώπινες σχέσεις είναι πιο εύθραυστες από ποτέ. Ο Hinde υποστήριξε ότι όλα τα είδη των σχέσεων πρέπει να μελετούνται μέσα στο ευρύτερο κοινωνικό και πολιτισμικό τους πλαίσιο.23 Ο τρόπος όμως με τον οποίο γίνονται οι αλληλοεπιδράσεις σε μια κοινωνία διαμορφώνει και το είδος των σχέσεων που καλλιεργούνται. Το πολιτισμικό πλαίσιο επηρεάζει τις βιολογικές τάσεις που θα καλλιεργηθούν ή που θα απομακρυνθούν, οπότε μια διαλεκτική σχέση υφίσταται ανάμεσα στα άτομα και στις αλληλοεπιδράσεις με τους άλλους, στο πολιτισμικό τους πλαίσιο. Ο κάθε παράγοντας επηρεάζεται από αυτούς και επηρεάζει τους άλλους.
Αν και οι περισσότεροι άνθρωποι γνωρίζουν και αναμένουν τη συμπεριφορά του έφηβου αγοριού και κοριτσιού, συχνά η στάση τους απέναντι στην εφηβεία είναι συγκεχυμένη. Ένας γονέας ή ένας δάσκαλος είναι πολύ πιθανόν να αντιμετωπίζει έναν έφηβο σαν να είναι ακόμα ένα μικρό παιδί, αλλά ένας συνομήλικος σαν να είναι μεγάλος. Οι έφηβοι δέχονται διαφορετική αντιμετώπιση από το οικογενειακό και κοινωνικό τους περιβάλλον, ενώ ταυτόχρονα οι συναναστροφές τους διαφέρουν, διότι η ομάδα των συνομηλίκων μπορεί να έχει διαφορετικές θρησκευτικές, πολιτικές ή κοινωνικές αντιλήψεις. Αντί λοιπόν οι έφηβοι να ακολουθούν πιστά τις πεποιθήσεις των γονέων τους - δεχόμενοι τόσες και τέτοιες επιρροές - αποφασίζουν να κάνουν μόνοι τους τις επιλογές τους. Αυτό όμως μπορεί να δημιουργήσει προστριβές και ένταση στο σπίτι για θέματα όπως το ντύσιμο, οι ώρες του ύπνου, η επιστροφή στο σπίτι αργά το βράδυ.
Από την άλλη πλευρά, όταν οι γονείς επιτρέπουν στους εφήβους να κάνουν οτιδήποτε θέλουν δεν φαίνεται να ωφελούνται από την απόλυτη ελευθερία κινήσεων. Είναι σημαντικό οι γονείς να αφήνουν ορισμένα περιθώρια προσωπικής έκφρασης στους εφήβους, είναι καλό όμως να γνωρίζουν σε γενικές γραμμές τις σκέψεις και τις κινήσεις των παιδιών τους, ώστε να τα προφυλάξουν σε περίπτωση που παρασυρθούν.
Τόσο τα αγόρια όσο και τα κορίτσια στην εφηβική ηλικία ωφελούνται όταν έχουν μια ομάδα φίλων. Οι φιλίες δε περιορίζονται πλέον στις κοινές δραστηριότητες, γιατί οι έφηβοι αποκτούν σταθερές φιλίες εμπιστοσύνης, αλληλοκατανόησης και μοιράζονται με τους φίλους τους προβληματισμούς και τα συναισθήματά τους. Τα κορίτσια έχουν συνήθως πιο στενές ομόφυλες φιλίες, ενώ τα αγόρια προτιμούν μια πιο χαλαρή ομάδα φίλων. Η κλειστή κοινωνική ομάδα τούς επιτρέπει την ανάπτυξη του αισθήματος του ανήκειν, της αυτοεκτίμησης και της αυτοπεποίθησης.
Στην ομάδα των συνομηλίκων νιώθουν οι έφηβοι άνετα να μιλήσουν, να εκφραστούν όπως θέλουν, να αποκαλύψουν σκέψεις ή συναισθήματα, που η αποκάλυψή τους σε ενήλικες μπορεί να τρομάξει και προκαλέσει ανησυχία. Οι έφηβοι επιθυμούν να συναναστρέφονται με πέντε ή έξι άτομα του ίδιου φύλου ή μερικές φορές και των δύο φύλων. Οι ομάδες που σχηματίζουν άλλοτε έχουν συγκεκριμένους στόχους και σκοπούς και άλλοτε όχι. Οι σκοποί τους μπορεί να είναι υψηλοί, αγαθοί, σύμφωνοι με τις κοινωνικές αρχές και αξίες. Υπάρχουν όμως περιπτώσεις, που οι επιδιώξεις των νέων συγκρούονται με τους γραπτούς και τους άγραφους νόμους της κοινωνίας, γεγονός που οφείλεται στην έντονη και ακραία τάση των νέων για ανεξαρτησία.
Αξίζει να αναφέρουμε πως το αγόρι και το κορίτσι στην εφηβική ηλικία προσπαθώντας να κατακτήσει την ωριμότητά του και να επιτύχει την ομαλή κοινωνικοποίησή του, οφείλει να κατακτήσει ορισμένους αναπτυξιακούς στόχους μεταξύ των οποίων είναι :
Η μονοδιάστατη ενασχόληση των εφήβων με τη γνώση, την τεχνολογία και την υλική ευμάρεια οδηγεί στην ψυχική απομόνωση και ατροφία, η οποία καταλήγει στην εσωτερική ανισορροπία και ενθαρρύνει την απομάκρυνση από ηθικές αρχές. Γι’ αυτούς τους λόγους οι έφηβοι καταφεύγουν συχνά σε υποκατάστατα, προκειμένου να ικανοποιήσουν τις βαθύτερες πνευματικές τους ανάγκες. Η επιστήμη και η λογική προσδίδουν κύρος και αναμφισβήτητη βεβαιότητα, όμως αδυνατούν να δώσουν απαντήσεις στους εφηβικούς προβληματισμούς.
Η αγωγή των εφήβων επιτυγχάνεται από τους φορείς κοινωνικοποίησης μεταξύ των οποίων οι πιο σημαντικοί είναι η οικογένεια, το σχολείο και το κοινωνικό περιβάλλον. Κάθε φορέας επηρεάζει τον τρόπο σκέψης του παιδιού, το οποίο δε παύει να δέχεται αμέτρητα ερεθίσματα από ανθρώπους με διαφορετική νοοτροπία, μορφωτικό και κοινωνικό επίπεδο, που ασφαλώς εκούσια ή αθέλητα θα αφήσουν το δικό τους σημάδι στη διαμόρφωση της προσωπικότητας του. Η τελική, ωστόσο, απόφαση πρέπει να λαμβάνεται αποκλειστικά από τον ίδιο τον έφηβο, εξασφαλίζοντας τη δυνατότητα να αποβάλλει, όποτε επιθυμήσει, όσα κάποτε δέχτηκε.
ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ ΨΥΧΙΚΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΟΤΙΚΗΣ ΥΓΕΙΑΣ
ΛΟΦΟΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ
ΜΥΤΙΛΗΝΗ 81100
22510 36520 - 36580
Γιατί να μας προτιμήσετε
Διαφημιστείτε σε εμάς